Βουλή και Συμμετοχή των Πολιτών στην Αρχαία Δημοκρατική Αθήνα

Ο Αισχίνης κατονομάζει τη Βουλή ως “μικρογραφία της πόλης” καθώς τα 500 μέλη της εκλέγονταν κάθε χρόνο με κλήρο από τους δήμους της Αττικής1. Αυτό που καταδεικνύεται είναι πως οι πλούσιοι εκπροσωπούνταν περισσότερο στη Βουλή, καθώς οι οικονομικοί πόροι διευκόλυναν την εύρεση μέσου προκειμένου να καλυφθεί η όποια απόσταση αλλά και καθώς είχαν περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Όσοι πλούσιοι για κάποιο λόγο έπρεπε να παρευρίσκονται στην Αθήνα ή στον Πειραιά είχαν κάποιο σπίτι για τη διαμονή τους. Αυτό διευκόλυνε τη θητεία τους στην περίπτωση που θα αποκτούσαν βουλευτικό αξίωμα. Οι πολίτες των αγροτικών δήμων δυσκολεύονταν για μία πιθανή βουλευτική θητεία2. Οι άνθρωποι με μέτριο πλούτο μπορούσαν να αφήσουν για λίγο τις δουλειές τους. Οι υπόλοιποι χρειάζονταν μισθωτή βοήθεια ή τη βοήθεια συγγενών ή γειτόνων για να τους βοηθήσουν στις δουλειές, στην περίπτωση που θα έλειπαν για τις συνελεύσεις στη Βουλή. Η φιλοξενία σε αθηναϊκό σπίτι περιόριζε το πρόβλημα. Γενικά, στην περίπτωση των απομακρυσμένων δήμων θα έπρεπε οι βουλευτές να μένουν στην Αθήνα στη διάρκεια της πρυτανείας της φυλής τους και από κει και πέρα συμμετείχαν σπάνια.

Επομένως, όσον αφορά τη βουλευτική θητεία ήταν πιο εύκολη η συμμετοχή των ευπόρων, αν και η οικονομική ευχέρεια δεν ήταν ο μοναδικός παράγοντας για την παρεύρεση στη Βουλή. Η φιλοδοξία κάποιου θα έπρεπε να ήταν σε πάρα πολύ υψηλά επίπεδα ώστε να προσπαθήσει κάποιος να φτωχός να υπερβεί τα οικονομικά εμπόδια.

Επίσης, δύσκολα ένας πολίτης χωρίς πείρα ή ρητορική εκπαίδευση θα επεδίωκε τη συμμετοχή στη Βουλή , στις δραστηριότητες των πρυτάνεων ή ως προεδρεύοντες άρχοντες σε συνεδριάσεις. Οι προεδρεύοντες βουλευτές ήταν διαρκώς εκτεθειμένοι σε χλευασμούς και πίεση , αλλά αντιμετώπιζαν και τον κίνδυνο επιβολής προστίμου αν καταδικάζονταν για παραπτώματα που αφορούσαν τις προεδρικές τους λειτουργίες.

Βέβαια, όπως ήδη επισημάναμε3, υπάρχουν περιπτώσεις, το 350, όπου ένας Αθηναίος πολίτης από αξιοσέβαστη αλλά φτωχή οικογένεια ανέλαβε καθήκοντα βασιλέως ώστε να ασχολείται κυρίως με θρησκευτικά ζητήματα ενισχυόμενος οικονομικά από κάποιον φίλο.

Όλα τα παραπάνω δεν απορρίπτουν το ότι και θήτες και πολίτες των άλλων τριών τάξεων της απογραφής4 ήταν μέλη της Βουλής. Αυτοί αυτομάτως ήταν μέλη, εκτός εάν ήδη είχαν υπηρετήσει ήδη δύο φορές ή αν υπηρετούσαν τον ίδιο χρόνο, ή αν δεν κρινόταν και απαραίτητη η συμμετοχή τους αναφορικά με την εξασφάλιση της επάρκειας των υποψηφίων.

Μία συνεχής εφεδρεία υπήρχε από το γεγονός ότι αυξανόταν ο αριθμός των οπλιτών. Όταν ο πληθυσμός μειώθηκε τα τελευταία τριάντα χρόνια του 5ου αιώνα υπήρχαν 11000 στην τάξη των ζευγιτών5.

Κατά τάση πάντως, οι πολίτες προσφέρονταν εθελοντικά. Μερικοί ήθελαν να υπηρετήσουν, άλλοι είχαν πεισθεί από το δήμαρχο ή τους συνδημότες ότι είχε έλθει η στιγμή να αναλάβουν την ευθύνη. Υπήρχε περίπτωση και κάποιοι να μην ήθελαν ή να είχαν αντιπροταθεί αλλά να μην επέμεναν.

Θα μπορούσε η παραπάνω κατάσταση να εδραιώσει μια κάποια μορφή ολιγομελούς εξουσίας; Αν και οι προϋποθέσεις μπορεί να υπήρχαν ώστε για παράδειγμα ένας άνδρας να μπορούσε να επηρεάζει τη Βουλή, όπως στην περίπτωση του Ανδροτίωνα6 το 356/5, δεν υπάρχουν μαρτυρίες για τους κανόνες εκλογής ή διοίκησης της Βουλής που να ευνοούσαν ανθρώπους σαν τον Ανδροτίωνα. Αντίθετα, υπάρχουν μαρτυρίες, όπως δείξαμε, που δείχνουν ότι σε “απλά” μέλη προσφερόταν η ευκαιρία για προεδρεία σε συνεδριάσεις.

1 Μ.Η.Hansen, The Athenian Democracy in the age of Demosthenes, University of Oklahoma Press, 1999, σ. 121

3 Σελ. 29

4 Κατάσταση περιουσιακών στοιχείων.

5Στην Αθήνα την οπλιτική φάλαγγα συγκροτούσαν οι ζευγίτες, τα μέλη δηλαδή της κοινωνικής τάξης που παρήγαγαν 200 τουλάχιστον μεδίμνους σιτηρών ή κρασιού ετησίως. Υπάρχει και η άποψη -που δεν είναι αποδεκτή όμως από όλους τους ερευνητές- ότι ονομάστηκαν έτσι, γιατί μπορούσαν να διατηρούν ένα ζευγάρι βοδιών για την καλλιέργεια των χωραφιών τους. Εξαιτίας της συμμετοχής τους ως οπλίτες, η οικονομική και πολιτική ανεξαρτησία τους ήταν αναπόφευκτα ζωτική για την πόλη-κράτος.

Ένας ζευγίτης χρειαζόταν το λιγότερο δώδεκα εκτάρια γης, για να παράγει τους ζητούμενους 200 μεδίμνους σιτηρών, που θα του επέτρεπαν να προμηθευτεί την οπλιτική πανοπλία. Τέλος, μία άλλη άποψη ταυτίζει τους ζευγίτες με τους εκτήμορους της προ-σολωνικής εποχής, τους χρεωμένους δηλαδή αγρότες που ήταν υποχρεωμένοι να παραδίδουν το 1/6 της παραγωγής τους ως μορφή ενοικίου. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη μετά τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα, αφού απελευθερώθηκαν από τα χρέη οι πρώην εκτήμοροι, συνέχισαν να καλλιεργούν μικρές εκτάσεις γης και συγκρότησαν την τάξη των ζευγιτών.

6Ο Ανδροτίων ο Αθηναίος ήταν αρχαίος Έλληνας Ατθιδογράφος και ρήτορας του 4ου αιώνα π.Χ., ένας από τους σημαντικότερους. Πατέρας του ήταν ο πολιτικός και σοφιστής Άνδρων. Ο Ανδροτίων σπούδασε τη ρητορική κοντά στον Ισοκράτη και στη συνέχεια χρημάτισε πρέσβυς, στρατηγός και πρύτανις. Κάποτε πρότεινε ένα νόμο που δεν εγκρίθηκε τελικά και έτσι κατηγορήθηκε για «γραφήν παρανόμων». Τότε ήταν που ο μεγάλος ρήτορας Δημοσθένης έγραψε τον περίφημο λόγο του Κατ’ Ανδροτίωνος, το 355 πΧ. Τόσο ο Δημοσθένης, όσο και ο Αροστοτέλης στη Ρητορική του (ΙΙΙ 4) επαινούν τη ρητορική ικανότητα του Ανδροτίονος.

This entry was posted in Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία. Bookmark the permalink.

Σχολιάστε