Περί Κράτους. Από τον σύγχρονο φιλελευθερισμό στον Αριστοτέλη

Ο Barber εναντιώνεται κριτικά στην φιλελεύθερη Δημοκρατία (liberal Democracy) γιατί υποβαθμίζει τη συμμετοχή και την πρακτική του πολίτη. Τη χωρίζει σε αναρχική, ρεαλιστική και μινιμαλιστική. Στην πρώτη, υπάρχει μία ιδεαλιστική θέση υποστηρίζοντας έναν ριζοσπαστικό ατομικισμό αποδίδοντας υπέρμετρη εμπιστοσύνη στις λογικές ικανότητες του ατόμου. Δεδομένου ότι οι ανεξάρτητοι ελεύθεροι δρώντες μπορούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους χωρίς πολιτική σε ένα περιβάλλον ελεύθερου χαρακτήρα αλλά και σύγκρουσης, η πολιτική δραστηριότητα έχει μόνο προστατευτική λειτουργία. Συνέπεια: η πολιτική ως προστασία αυτού του ατομικισμού. Στη δεύτερη περίπτωση, ο ρεαλισμός φλερτάρει με τον εμπειρισμό που λέει «Ναι» στην εξουσία ως επιστήμη. Συνέπεια: χρήση εργαλείων εξουσίας και ελέγχου. Στην τρίτη περίπτωση, ο μινιμαλιστικός φιλελευθερισμός είναι σκεπτικιστικός για να προωθήσει την ανεκτικότητα. Κατά συνέπεια, στόχος καθίσταται να συμβιβάσει και να μετριάσει τις συγκρούσεις μέσω της ανεκτικότητας και του πλουραλισμού, με αποτέλεσμα που ο Barber ονομάζει μεταφορικά «zookeeping», την προστασία δηλ. και απομόνωση των ατόμων με τα δικά τους συμφέροντα που μόνο υπό όρους μπορούν να δεσμεύσουν τους υπόλοιπους.

Οι οντολογικές προκείμενες του λιμπεραλισμού βλέπουν την πολιτική να ανάγεται σε ένα μη-πολιτικό θεμέλιο αυτό του κοινωνικού συμβολαίου. Πρόκειται για μία παράδοση που ανατρέχει πίσω στον Hobbes και αποκτά γνωρίσματα φυσιοκρατικά και σολιψιστικά. Η ανθρώπινη φύση κατά τον λιμπεραλισμό βλέπει χωριστές υπάρξεις με κίνητρα ηδονιστικά, επιθετικά, φιλοκτησιακά. Συνέπεια: περιορισμός συνεργασίας και μοιράσματος αλλά και προστασία μέσω εργαλείων εξουσίας και ελέγχου.

Οι ρίζες της φιλελεύθερης σκέψης φαίνεται ότι ανάγονται στο χομπσιανό μοντέλο και παρουσίαση του Κράτους και του κοινωνικού συμβολαίου που το πολύ πολύ εμπλουτιζεται με λοκιανά στοιχεία όταν βλέπουν περισσότερο άτομα υπολογιστικά που χρησιμοποιούν το λόγο. Το Κράτος έτσι αναλαμβάνει το ρόλο του προστάτη που παραπέμπει περισσότερο στον έλεγχο μιας αστικής διασύνδεσης παρά ενός επιχειρησιακού συνεταιρίζεσθαι. Δηλ. αν στη δεύτερη δημιουργείται μία κοινότητα που έχει παραγοντικό ρόλο και θέτει συλλογικούς στόχους, στο πρώτο η κρατική κανονιστικοτητα κλίνει προς το zoo keeping.
Το χομπσιανό κράτος είναι παιδί του μακιαβελικού Κράτους αλλά στο δεύτερο καλείται ο Πρίγκηπας(ενα πρόσωπο) να αναλάβει τα ηνία του Κράτους και να ρυθμίσει την πολιτεία έτσι ώστε να απελευθερώσει το έθνος από εξωτερικούς εχθρούς πχ Γάλλους, Ισπανούς ακόμη και από το Βατικανό. Η πριγκιπική βούληση είναι με το ένα πόδι στα θεσμικά κανονιστικά πολιτειακα στοιχεία μιας republic στην παράδοση της πολιτείας που οργανώνει την πόλη. Με το άλλο πόδι πατά στην έννοια του πολιτικού σώματος, έννοιας δημιουργημένης από τη μεσαιωνική χριστιανική πολιτική σκέψη. Το υλικό σώμα είναι υπό ευθύνη του Βασιλιά ενώ το πνευματικό της εκκλησίας. Έτσι, το υλικό σώμα μετασχηματιζεται σε πολιτικό σώμα και καλείται ο πρίγκηπας να το οριοθετησει γεωγραφικά, να το θεσμοποιήσει και έτσι να το απελευθερώσει από το εχθρικό ξένο. Η διαφορά με τον Χομπς είναι πως το Κράτος στον Χομπς αφαιρετικοποιείται τόσο που γίνεται ο εκφραστής της γενικής βούλησης έτσι ώστε Κράτος και πολιτικό σώμα να είναι αξεχωριστα υπό μία γενική βουληση και το Κράτος να λαμβάνει μορφή Θεού. Κατά συνέπεια, η πλήρης ρήξη με τα αρχαία πολιτειακά επισυμβαίνει με τον Χομπς. Αν στην αρχαία πόλη μπορούσε να γίνει λόγος για ένα μέρος (οίκος) που λαμβάνει την εξουσία με σκοπό τη διαμόρφωση ενός κοινού συμφέροντος(όλου) στην πόλη, στη βάση μιας φυσικής τάσης προς ολοκλήρωση μέσα από το πολιτικό (Αριστοτέλης), διαπιστώνεται πως είτε τελεσθεί το κοινό συμφέρον είτε όχι, ο αρχαίος μπορεί και μιλά για το καλό per se, ενώ με τον Χομπς έχουμε την κυριαρχία μιας θεϊκής βούλησης. Κοινό συμφέρον, μέρος -όλον, πολιτική οντολογία, ευδαιμονία, οίκος -πόλη, πολιτείες που συγκρίνονται από τον Αριστοτέλη μεθοδικά και εμπειρικά βγάζοντας ένα δυναμικό -διαλεκτικό μοντέλο πολιτικής από τη μία, ενώ από την άλλη, το κράτος ως Θεός και ως έκφραση της γενικής βούλησης του πολιτικού σώματος.

Σήμερα, η παράδοση του Χομπς διατηρεί και συντηρεί το μύθο του αφηρημένου προσωποποιημένου Κράτους ως υπαρκτού αντικειμένου. Μία συγκριτική αριστοτελική μέθοδος αντίθετα, θα έβλεπε τουλάχιστον κρατικά συστήματα (state- systems) κοιτάζοντας στην καρδιά του κάθε συστήματος δηλ στις λειτουργίες του, αποφεύγοντας το κυνήγι ενός φαντάσματος. Το σημερινό κράτος βέβαια δεν παύει να είναι κατι παραπάνω από τους υπαλλήλους του αλλά η γνώση των λειτουργιών του μπορεί να οδηγήσει σε μεταποιητικές επιτελεστικές πρακτικές καθώς σε αντίθετη περίπτωση, σε μία προσωποποιημένη μεταφυσική παρουσίαση του Κράτους ισχύει η ίδια η ιδεολογία που δικαιολογεί τα περί δίκαιης ταυτόχρονης κατοχής κεφαλαίου και μέσων παραγωγής. Όπως σε μία εταιρεία το θέμα είναι να αποκαλυφθεί πως «εταιρεία» δεν είναι ο κάτοχος των μέσων παραγωγής αλλά αυτόν που καθορίζει το συμβόλαιο να είναι. Κατά συνάφεια, ακόμη κι αν δούμε το Κράτος με όρους εταιρείας και συμβολαίου, το Κράτος είναι ό,τι ορίζει το συμβόλαιο να είναι στην εξουσία και όχι μια υπεροντοτητα(-κρατος), όπως μεταφυσικά βλέπουμε και την μαντάμ γη και τον κύριο κεφάλαιο και που πρόκειται για μία ιδεολογία που συντηρεί την καπιταλιστική ιδεολογία, ιδεολογία που δεν ξεπέρασε κι ο ίδιος ο Μαρξ.

Συμπερασματικά, η αριστοτελική μεθοδικότητα είναι πιο ακριβής από μία σκέψη που βλέπει το Κράτος ανθρωπομορφικά, αλλά και η αριστοτελική πολιτική οντολογία μπορεί να μας αποδεσμεύσει από χομπσιανές ιδεολογικές προκείμενες.

This entry was posted in Φιλοσοφία. Bookmark the permalink.

1 Responses to Περί Κράτους. Από τον σύγχρονο φιλελευθερισμό στον Αριστοτέλη

  1. Παράθεμα: ερί Κράτους. Από τον σύγχρονο φιλελευθερισμό στον Αριστοτέλη | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

Σχολιάστε